Η σύγχρονη αντιμετώπιση για την οσφυαλγία και την ισχιαλγία περιλαμβάνει συνδυασμό από φάρμακα, μοντέρνες μεθόδους φυσικοθεραπείας, θεραπευτικές ασκήσεις, εγχύσεις στη σπονδυλική στήλη, διαδερμικές θεραπείες (π.χ. έγχυση gel), ενδοσκοπική δισκεκτομή και μεγαλύτερες χειρουργικές επεμβάσεις, όπως η σπονδυλοδεσία, μόνο σε περίπτωση που συνυπάρχει μεγάλη σπονδυλική στένωση, ή αστάθεια.
Η οσφυαλγία, από τις λέξεις οσφύς (μέση) και άλγος (πόνος), ενοχοποιείται για το περίπου 25% των προσωρινών αναπηριών και το 40% των μόνιμων, γι΄ αυτό και ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται παγκοσμίως στην πρόληψη οσφυαλγίας. Είναι συχνότερη στην 4η και 5η δεκαετία της ζωής και συνήθως οφείλεται σε εκφύλιση των κατώτερων οσφυϊκών διαστημάτων που είναι τα πιο κινητά. Συχνά η εκφύλιση ξεκινάει από έναν ή περισσότερους μεσοσπονδύλιους δίσκους, (δισκοκήλη) και στη συνέχεια ακολουθεί εκφύλιση των σπονδυλικών αρθρώσεων, που προκαλεί αστάθεια και στένωση του σπονδυλικού σωλήνα. Ταυτόχρονα με την οσφυαλγία, μία κήλη δίσκου μπορεί να πιέσει και κάποιο νεύρο (νευρική ρίζα) και να έχουμε πόνο στο πόδι, που είναι γνωστός με τον όρο «ισχιαλγία».
Πολλές μελέτες έχουν δημοσιευτεί διεθνώς για το αν υπάρχουν τρόποι όπου μπορεί κανείς να αποφύγει τα συμπτώματα της οσφυαλγίας και τα χρόνια προβλήματα της μέσης. Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε ότι συχνά υπάρχουν γενετικές και εμβιομηχανικές διαφορές μεταξύ των ανθρώπων, πράγμα που καθιστά ορισμένους πιο ευπαθείς σε πόνους στη μέση τους. Επίσης υπάρχουν και κάποιες σοβαρότερες παθήσεις (π.χ. όγκοι, κατάγματα, φλεγμονές), που μπορεί αρχικά να εμφανιστούν με μία οσφυαλγία. Γι’ αυτό σε περιπτώσεις εμμένουσας οσφυαλγίας θα πρέπει να συμβουλευόμαστε τον ειδικό ιατρό, για να έχουμε μία σίγουρη και έγκαιρη διάγνωση.