Ο πόνος στον κόκκυγα (κοκκυγοδυνία), που είναι το κατώτερο τμήμα της σπονδυλικής στήλης (γνωστός και ως πόνος στην «ουρά»), αναφέρεται σε ιατρικά κείμενα από πολύ παλιά. Ο όρος κοκκυγοδυνία απαντάται σε ιατρικό σύγγραμμα του 1859.
Ο πόνος στον κόκκυγα είναι πολύ πιο σπάνιος σε σχέση με τον πόνο στη μέση (οσφυαλγία), αλλά είναι συχνά αρκετά έντονος και επίμονος. Συναντάται πιο συχνά στις γυναίκες και προκαλεί έντονη ενόχληση, ιδιαίτερα στην καθιστή θέση.
Συχνά η κοκκυγοδυνία συνοδεύει έναν τραυματισμό στην περιοχή με κάταγμα, ή εξάρθρημα του κόκκυγα. Ο πόνος στον κόκκυγα είναι επίσης συχνός μετά από τοκετό. Λιγότερο πιθανές αιτίες είναι η αντανάκλαση του άλγους του απιοειδούς μυός, η κάκωση του αιδοιϊκού νεύρου, ο νευροπαθητικός πόνος δευτερογενώς επανειλημμένης κακώσεως νεύρων (δικυκλιστές, ποδηλάτες), η παχυσαρκία, ή αντίθετα η απίσχνανση.
Συχνή παθολογία της περιοχής είναι η λεγόμενη κύστη του κόκκυγα με, ή χωρίς συρίγγιο και θα πρέπει να γίνεται διαφοροδιάγνωση από τον ειδικό ιατρό, γιατί αποτελεί άλλη παθολογική οντότητα που συχνά χρειάζεται αντιβιοτική αγωγή και διάνοιξη, ή χειρουργική αφαίρεση. Θα πρέπει επίσης να αποκλείονται παθήσεις της πυέλου, με αντανάκλαση του πόνου στον κόκκυγα.
Συχνά οι πάσχοντες καταφεύγουν στον ιατρό όταν τα συμπτώματα είναι αρκετά επώδυνα και τους δυσκολεύουν όχι μόνο στην εργασία τους, αλλά και στην καθημερινή διαβίωση τους, καθώς πλέον δυσκολεύονται να καθίσουν.
Ο ειδικός ιατρός θα πρέπει αρχικά να διαγνώσει το αίτιο του πόνου στον κόκκυγα. Συνήθως απαιτείτε απεικονιστικός έλεγχος με ακτινογραφίες. Συχνά γίνονται και δυναμικές ακτινογραφίες στην περιοχή για εντοπισμό υπερκινητικότητας που μπορεί να σχετίζεται με την κοκκυγοδυνία. Η αξονική και η μαγνητική τομογραφία μπορεί επίσης να βοηθήσει στη διάγνωση. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί η συνεργασία διάφορων ειδικοτήτων (ορθοπαιδικού, γενικού χειρουργού, γυναικολόγου, γαστρεντερολόγου), πριν την τελική διάγνωση και την έναρξη θεραπείας.
Η θεραπεία που θα ακολουθηθεί εξαρτάται από τη διάγνωση. Αν ο πόνος οφείλεται σε κάκωση του κόκκυγα, ή τοπική φλεγμονή, η θεραπεία ξεκινάει με αντιφλεγμονώδη αγωγή και με οδηγίες για αποφυγή καταστάσεων που χειροτερεύουν τον πόνο (όπως: όχι ποδήλατο και μηχανή, περιορισμός αθλητικών δραστηριοτήτων, χρησιμοποίηση ειδικού καθίσματος με άνοιγμα στη μέση). Η φυσικοθεραπεία επίσης βοηθάει σε αρκετές περιπτώσεις. Σε πρόσφατο κάταγμα κόκκυγα με παρεκτόπιση και έντονα συμπτώματα, η ανάταξη υπό αναισθησία μπορεί να προταθεί, αλλά συχνά η ανάταξη δε διατηρείται λόγω της ανατομίας της περιοχής.
Συχνά, επειδή οι περισσότεροι πάσχοντες έρχονται καθυστερημένα στον ειδικό ιατρό και ο πόνος στον κόκκυγα έχει πλέον σημεία χρονιότητας, τα παραπάνω θεραπευτικά μέσα δεν είναι αρκετά. Συμπληρωματικά μπορούν να εφαρμοστούν τοπικές ενέσεις, που αν γίνουν από εξειδικευμένο ιατρό έχουν καλά αποτελέσματα. Η όλη θεραπεία συνήθως διαρκεί 2-4 εβδομάδες. Η διάρκεια της θεραπείας εξαρτάται από τη διάγνωση και την ένταση και τη διάρκεια των συμπτωμάτων που υπήρχαν πριν ο ασθενής καταφύγει στον ειδικό ιατρό.
Αν η συντηρητική αγωγή αποτύχει μπορεί σε επιλεγμένες περιπτώσεις να γίνει εφαρμογή ραδιοσυχνοτήτων στο νευρικό γάγγλιο με ειδικό μηχάνημα, σε χειρουργείο, υπό τοπική αναισθησία.
Η χειρουργική μερική εκτομή του κόκκυγα πλέον εφαρμόζεται πολύ σπάνια, αφού η πλειονότητα των περιπτώσεων αντιμετωπίζεται επιτυχώς με τη συντηρητική αγωγή.