Η νευροφυσιολογική παρακολούθηση σύμφωνα με την Αμερικανική Εταιρεία Νευροφυσιολογικής Παρακολούθησης που ιδρύθηκε το 1990, περιλαμβάνει κάθε μέτρο που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της συνεχιζόμενης λειτουργικής ακεραιότητας του κεντρικού, ή περιφερικού νευρικού συστήματος, στο χειρουργείο, ή σε μονάδα εντατικής θεραπείας.
Με την πρόοδο της χειρουργικής, παθήσεις που τις περασμένες δεκαετίες χειρουργούνταν περιορισμένα, λόγω των υψηλών ποσοστών νευρολογικών επιπλοκών, σήμερα χειρουργούνται με μεγαλύτερη ασφάλεια. Η ανάγκη για περιορισμό των νευρολογικών επιπλοκών για επεμβάσεις στον εγκέφαλο, στη σπονδυλική στήλη, στον τράχηλο, αλλά και άλλες που είχαν υψηλά ποσοστά τραυματισμού περιφερικών νεύρων, δημιούργησε τις μεθόδους διεγχειρητικής νευροφυσιολογικής παρακολούθησης.
Έτσι ιατροί, ή άλλοι επαγγελματίες της υγείας, απόκτησαν μετά από κατάλληλη εκπαίδευση εξειδίκευση σε αυτόν τον τομέα και αποτελούν σήμερα βασικά στελέχη μίας χειρουργικής ομάδας. Ο ρόλος τους κατά τη διάρκεια του χειρουργείου είναι να καταγράφουν τη νευρική λειτουργία της περιοχής που σχετίζεται με τη χειρουργική επέμβαση, πληροφορώντας το χειρουργό σε περίπτωση έκπτωσής της. Με τον τρόπο αυτό οποιοσδήποτε χειρισμός, ή πράξη, κατά τη διάρκεια του χειρουργείου που δύναται να προκαλέσει νευρολογική επιπλοκή μπορεί να αποφευχθεί.
Ειδικότερα για τις επεμβάσεις σπονδυλικής στήλης τα ποσοστά των διεγχειρητικών νευρολογικών επιπλοκών με τη μέθοδο της νευροφυσιολογικής παρακολούθησης έχουν μειωθεί σημαντικά. Ο εξειδικευμένος νευροφυσιολόγος ελέγχει με τη βοήθεια ειδικών καλωδίων και οθόνης διεγχειρητικά τη νευρική λειτουργία του ασθενούς που χειρουργείται. Έτσι σύνθετες επεμβάσεις όπως σκολιώσεις, κυφώσεις, σπονδυλολισθήσεις, μπορούν πλέον να χειρουργούνται με μεγάλη ασφάλεια.
Η διεγχειρητική νευροφυσιολογική παρακολούθηση δε μπορεί σε καμία περίπτωση να υποκαταστήσει την εμπειρία και την ικανότητα του χειρουργού, ούτε και να αποτρέψει διεγχειρητικές επιπλοκές που οφείλονται σε σπάνια αίτια, όπως τη διαταραχή της αιμάτωσης του νευρικού ιστού, αλλά σίγουρα μπορεί να προειδοποιήσει στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων.
Μία ακόμα χρησιμότητα για τη διεγχειρητική νευροφυσιολογική παρακολούθηση που εξετάζεται είναι ο βαθμός της αποσυμπίεσης του νευρικού ιστού σε χειρουργεία σπονδυλικής στένωσης. Έτσι συχνά μπορεί να γίνει μικροεπεμβατικό χειρουργείο, χωρίς να δημιουργηθεί μεγάλη αστάθεια και να υπάρξει ανάγκη μεγαλύτερου χειρουργείου με σπονδυλοδεσία. Αυτή η μέθοδος για τη σπονδυλική στένωση εφαρμόζεται από τον χειρουργό σπονδυλικής στήλης κ. Ανδρέα Μοράκη και τη χειρουργική του ομάδα τα τελευταία πέντε χρόνια με καλά αποτελέσματα.
Συνολικά, μέχρι τώρα, όπως δήλωσε ο κ. Μοράκης, συνεργάζεται με την ίδια ομάδα νευροφυσιολόγων τα τελευταία δέκα περίπου χρόνια σε χειρουργεία σπονδυλικής στήλης, έχοντας μηδενικό αριθμό διεγχειρητικών νευρολογικών επιπλοκών, κάτι το οποίο, σύμφωνα με τον ίδιο, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη διεγχειρητική νευροφυσιολογική παρακολούθηση και στην καλή συνεργασία της χειρουργικής του ομάδας.